H ιδιαιτερότητα του 1ου Μεσογειακού Φεστιβάλ Ρεθύμνου συνίσταται στο ότι οι εκθέσεις και οι δράσεις του, όλες οι φωτογραφίες και τα κείμενα μέσα σε αυτές, ξεδιπλώνονται πάνω στο νήμα ενός καίριου θέματος: του μεταναστευτικού ζητήματος ιδωμένου μέσα στο συγκεκριμένο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο όπου συντελείται, στο εδώ και τώρα. Όπως μαρτυρά και ο τίτλος του φετινού Medphoto (2016) «Σύνορα/Σταυροδρόμια» («Βorders/Crossroads»), το φεστιβάλ εστιάζει στο ζήτημα της προσφυγικής κρίσης, στην απεγνωσμένη αναζήτηση ασφάλειας και μιας καλύτερης ζωής, στη δραματική προσπάθεια κοινωνικής ενσωμάτωσης στις δύσκολες συνθήκες των καιρών. Το φεστιβάλ πραγματεύεται την ανθρωπιστική κρίση και την κοινωνική αναταραχή στην περιοχή της Μεσογείου, καθώς και τον προβληματικό ρόλο της Ευρώπης, αναδεικνύοντας τα φλέγοντα προβλήματα της εποχής και του τόπου: το οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο, τους πολέμους και τη φτώχεια στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, τον εντεινόμενο ρατσισμό, τις κοινωνικές συγκρούσεις και τη διάχυτη μισαλλοδοξία στον κόσμο. Στο επίκεντρο του Φεστιβάλ βρίσκονται οι τέσσερις βασικές εκθέσεις του, οι οποίες «φωτογραφίζουν» ένα ολόκληρο δίκτυο σχέσεων και διαδρομών που συνιστούν το πολύπλοκο ζήτημα των μετακινήσεων πληθυσμών και της κρίσης.
Η έκθεση «Crossings», σε επιμέλεια Παύλου Φυσάκη και Γιώργου Μουτάφη, πραγματεύεται τις διαδρομές των μεταναστών και προσφύγων προς και δια μέσου της Ευρώπης, συμβολίζοντας μια λανθάνουσα επιθυμία, μια κοινωνική φαντασίωση για την ρήξη αυτών των αόρατων αλλά πολύ πραγματικών τειχών που εμποδίζουν την ενσωμάτωση του Άλλου. Φιλοξενείται στο κτίριο της πρώην Εμπορικής Τράπεζας, στοιχείο που σηματοδοτεί συσχετισμούς μεταξύ της οικονομικής κρίσης και του μεταναστευτικού ζητήματος, ενώ ανασύρει στη μνήμη το σύνθημα του νεο-φιλελεύθερου πολιτικού κόσμου για την ανάγκη διάσωσης των τραπεζών, αλλά όχι των ανθρώπων. Στη μέγγενη ενός συστήματος όπου το καπιταλιστικό χρέος επιβαρύνει την κοινωνία, η «ποθητή» Ευρώπη καταρρέει ηθικά και όχι μόνο οικονομικά. Οι αξίες της αλληλεγγύης και της προστασίας των αδυνάτων, στην καλύτερη περίπτωση, ανήκουν στα «ψιλά γράμματα» ενός οικονομικοποιημένου κόσμου που εκτρέφει την ολοένα αυξανόμενη ανισότητα και κοινωνική αδικία.
Στην έκθεση βλέπουμε εικόνες από τα παράλια της Λέσβου, το λιμάνι του Πειραιά, τα περάσματα των μεταναστών στην Αφρική, τη ρημαγμένη Συρία, τη Ζούγκλα του Καλαί, τους καταυλισμούς στην Πάτρα και την Ειδομένη, και από τα ξενοδοχεία των διακινητών στη Σμύρνη. Για παράδειγμα, οι εικόνες του Δημήτρη Μιχαλάκη ανατρέχουν στα σημεία όπου εμφανίζονται οι βάρκες των προσφύγων, στα παράλια της Λέσβου, αλλά και στα σύνορα της Ειδομένης. Υπάρχουν εικόνες που αποδίδουν το ανθρώπινο δράμα σε όλη του την ένταση, αλλά και άλλες, όπως αυτή με τον ανοιχτό τάφο που μιλούν με τη σιωπή και την αφαιρετικότητά τους. Από τον Άγγελο Τζωρτζίνη παρουσιάζονται φωτογραφίες από το hotspot της Μόριας και τη Συκαμιά, ενώ ο Σωκράτης Μπαλταγιάννης προσθέτει στο πλέγμα της ιστορίας τη στιγμή της άφιξης στο λιμάνι του Πειραιά: λίγο πριν πατήσουν το πόδι τους στη «νέα γη», έτοιμοι να περάσουν την αόρατη γραμμή μεταξύ του πριν και του μετά, αντιμέτωποι με ένα αόριστο, αλλά και δυσοίωνο μέλλον. Η δουλειά του Giulio Piscitelli καταγράφει τα περάσματα των ανθρώπων δια μέσου της ερήμου της Σαχάρα προς τη Μεσόγειο. Το δε Χαλέπι είναι πια ένας ρημαγμένος τόπος, όπως αποκαλύπτει με ευκρίνεια η δουλειά του Αχιλλέα Ζαβαλλή, αναδεικνύοντας μια σημαντική αιτία των μετακινήσεων και της αναταραχής του μεσανατολικού κόσμου, εν μέσω καταστροφικών εξτρεμιστικών και απολυταρχικών δυνάμεων, αλλά και στη δίνη των δυτικών υπερδυνάμεων που μάχονται για τα γεωπολιτικά συμφέροντά τους. Μια άλλη διεθνής άποψη του ζητήματος παρουσιάζεται μέσα από τις εικόνες του Jerome Sessini από την Ζούγκλα του Καλαί, όπου αποτυπώνεται έντονα η ανθρώπινη παρουσία, μέσα από τα σημάδια που αφήνουν πίσω τους οι μετανάστες, τα αυτοσχέδια σπίτια και τις πρόχειρες εκκλησίες, τα παρατημένα αντικείμενα: τα «ερείπιά» τους. Η Μυρτώ Παπαδοπούλου, σε έναν άλλο σταθμό του μεγάλου ταξιδιού, καταγράφει τις στάσεις των μεταναστών σε ξενοδοχείο που χρησιμοποιούν οι διακινητές τους στη Σμύρνη. Για τη Loulou D’Aki, οι νέοι μετανάστες που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στη Λέσβο οδεύουν προς το όνειρό τους για μια καινούργια ζωή.
Μια άλλη προσέγγιση είναι αυτή του Γιώργου Μουτάφη, όπου οι διαδρομές των ανθρώπων, η αγωνία τους, ο θάνατός τους, αναπαριστώνται σαν να είναι ένα όραμα ή μνήμες ενός εφιάλτη που έχουν ξεφτίσει στο χρόνο. Τα γεγονότα που καταγράφονται είναι σκληρά, υπάρχουν νεκροί και κραυγές αγωνίας, όμως η ανάδειξη της φόρμας στην ασπρόμαυρη θολή εικόνα μας ενθαρρύνει να τα κοιτάξουμε «κατάματα» και εν τέλει να τα βιώσουμε σαν εσωτερικευμένη ψυχική εμπειρία. Ο Alfredo D’Amato φωτογραφίζει τον καταυλισμό των Αφγανών στην Πάτρα 7 χρόνια πριν, σαν να προβλέπει τις εξελίξεις. Ο Alessandro Penso μας παραπέμπει στην αναγεννησιακή ζωγραφική και τα λατρευτικά θέματα. Οι εικόνες του αναφέρονται σε δυτικά θρησκευτικά σύμβολα όπως την Παναγία με το Θείο Βρέφος και την Αποκαθήλωση, μόνο που στη θέση τους τώρα υπάρχουν πρόσφυγες και μετανάστες, άνθρωποι περιθωριοποιημένοι και ανώνυμοι, που δεν θα δοξαστούν από κανέναν. Μια αναπάντεχη στιγμή στο συνολικό αφήγημα είναι το έργο του Emilien Urbano, ο οποίος ακολουθεί τους Κούρδους αντάρτες στις επιχειρήσεις τους. Βλέπουμε την εικόνα με τους κρατούμενους με την κουκούλα, που θυμίζουν Guantanamo, όμως όταν διαβάζουμε ότι είναι αιχμάλωτοι των Κούρδων που ανήκουν στον ISIS, τα στερεότυπα καταρρέουν. Αυτά διαδραματίζονται στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας. Ταυτότητες, εθνικότητες, σύνορα και λοιπές κοινωνικές συμβάσεις γκρεμίζονται και αναδομούνται.
Στην έκθεση «Critical Archives I: Ruins» που φιλοξενείται στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης, σε επιμέλεια Μαρίας Μαραγκού, Παύλου Φυσάκη και Πάσκουα Βοργιά, συνομιλούν εφτά καλλιτέχνες-φωτογράφοι, μία καλλιτεχνική κολεκτίβα και το φωτογραφικό εργαστήρι του 18ΑΝΩ.
Τα έργα των Davide Monteleone και Francesco Zizola, βρίσκονται σε διάλογο, και παραπέμπουν στο τραγικό ναυάγιο της Lampedusa: στις 3 Οκτωβρίου 2013, βυθίστηκε στις ακτές του Ιταλικού νησιού αλιευτικό πλοιάριο με 500 μετανάστες που ταξίδευαν προς την Ευρώπη από την πολεμική ζώνη της Ερυθραίας και άλλες Αφρικανικές χώρες. Ο Francesco Zizola καταδύθηκε και φωτογράφησε το ναυάγιο που βρίσκεται 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η εκτύπωση αυτής της εικόνας είναι μεγάλη, γεγονός που εντείνει το μετωνυμικό φορτίο της εικόνας: Είναι μια φωτογραφία που μιλάει για όλα τα ναυάγια των μεταναστών, ενώ συμβολίζει την άνιση και τραγική αναμέτρηση του ανθρώπου με την ιστορία.
O Davide Monteleone «συλλέγει» προσωπικά αντικείμενα που έχουν ξεχαστεί στα πλοιάρια των μεταναστών: φωτογραφίες, σημειώματα, διαβατήρια, μια οδοντόβουρτσα, ρούχα, μία κασέτα, ένα σπασμένο κινητό. Όλα αυτά τα αντικείμενα φωτογραφίζονται κεντραρισμένα σε λευκό φόντο, σαν τεκμήρια μιας εγκληματολογικής εξέτασης. Έτσι, ασυναίσθητα, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα έγκλημα προς διερεύνηση, ενώ τα προσωπικά αντικείμενα που ανατέμνονται σε κοντινή λήψη υπό το φως του φλας μας φέρνουν κοντά στην ατομικότητα όλων αυτών των ανθρώπων που χάνονται, και που συνήθως αναφέρονται σαν αριθμοί, ροές, ή παράπλευρες απώλειες.
Ο Hrair Sarkissian, στο έργο του «Homesick» αποκαλύπτει το συναίσθημα της αφοσίωσης στο σπίτι, σαν καταφύγιο και σαν πατρίδα, ακόμη και όταν ο κίνδυνος και η καταστροφή καιροφυλακτούν. Αναπαράγει ένα ακριβές μοντέλο από μπετόν του πατρικού του στη Δαμασκό, όπου, όπως μας λέει –στο κείμενό του που γράφτηκε το 2014 – ζουν ακόμα οι γονείς του, όπως και πολλοί άλλοι που αρνούνταν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, ακόμα κι εν μέσω του πολέμου. Στο βίντεο απεικονίζεται ο ίδιος με μια βαριοπούλα στα χέρια να καταστρέφει χτύπο-χτύπο το σπίτι του, για να πάρει, όπως λέει ο ίδιος, τη μοίρα στα χέρια του. Εντωμεταξύ, σε μια άλλη μάχη που μαίνεται στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας, Κούρδοι αυτονομιστές χτίζουν αυτοσχέδια οδοφράγματα για να εμποδίσουν την εισροή των Τούρκων στην περιοχή τους, όπως μας αποκαλύπτει ο Emilien Urbano. Εδώ και πάλι, η έννοια των συνόρων αποκτάει άλλη διάσταση, καθώς συμβολίζει την προσπάθεια ενός έθνους να προστατευτεί και να αυτονομηθεί από την κυρίαρχη εξουσία.
Η προσωπική «Οδύσσεια» είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της φωτογραφικής δουλειάς του Antoine D’Agata, ο οποίος μας παρουσιάζει μια πυκνή αλληλουχία εικόνων και τυπολογιών που αφορούν στην καθημερινότητα των προσφύγων. Ο D’Agata ακολούθησε πρόσφυγες και μετανάστες στη Βουλγαρία, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, την Ουκρανία, τη Λιβύη, το Μαρόκο και την Τυνησία έτσι ώστε να βιώσει, να καταγράψει και να κατανοήσει τη σκληρή πραγματικότητα του ταξιδιού τους. Ο τρόπος του D’Αgata συνίσταται στο να συλλέγει κομμάτια που στο τέλος θα δημιουργήσουν ένα ψηφιδωτό – συνήθως είναι άνθρωποι που περπατάνε, κοιμούνται, επιβιώνουν. Δεν υπάρχει καμία γραμμική αφήγηση, παρά μόνο πυκνές τυπολογικές αλληλουχίες που εντυπώνουν στη συνείδηση του θεατή την ολέθρια κατάσταση αυτών των ανθρώπων.
Όσο για την Ελλάδα που υποδέχεται τους πρόσφυγες, η κρίση είναι βαθιά και οι μετασχηματισμοί ραγδαίοι: από την οικονομική ευμάρεια του ’80 και του ’90, στο κοινωνικό και πολιτικό χάος, το φόβο και το ρατσισμό, στους κοινωνικούς αγώνες και τη βία, τον παραλογισμό και τη διαφθορά της εξουσίας, καταστάσεις που αποπειράται να καταγράψει η κολεκτίβα Depression Era από το 2011.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι άνθρωποι που εξομολογούνται τη ζωή τους κοιτώντας κατάματα το φακό του Νίκου Μάρκου, πασχίζουν να αντισταθούν στην ερημοποίηση με όπλο την προσωπική μνήμη και την αφήγηση. Ένα αυτοπορτρέτο είναι και το βίντεο «Η Ζώνη» του φωτογραφικού εργαστηρίου της μονάδας απεξάρτησης 18ΑΝΩ, καθώς συμβολίζει την αναμέτρηση με τον εαυτό και ό,τι αφήνουμε πίσω μας, ενώ πασχίζουμε να ανασυντάξουμε μια νέα ταυτότητα, μια καινούργια ζωή. Το έργο είναι βασισμένο πάνω στην ταινία «Stalker» του Andrei Tarkovsky.
Σε ένα ακόμα «παράλληλο σύμπαν», στην έρημο Negev στο Ισραήλ υπάρχουν εγκαταστάσεις με το κωδικό όνομα «Chicago», που προσομοιάζουν με παλαιστινιακές πόλεις: εκεί σχεδιάζονται στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή, όπως μας δείχνουν με την εγκατάστασή τους οι Adam Broomberg & Oliver Chanarin.
Μεταξύ Δυτικού Κόσμου και Μέσης Ανατολής, υπάρχει το κοινό νήμα της ιστορίας που μας χωρίζει αλλά και μας ενώνει, καθώς και ένα σύνθετο πλέγμα αιτίων και αιτιατών, που μας φέρνουν σήμερα εδώ: σε μια επείγουσα συνθήκη αλληλεξάρτησης και αναγκαιότητας να ανασυνταχθούμε μέσα από τα συντρίμμια μας.
Στην έκθεση «Alien Territory», σε επιμέλεια Γιώργου Πρίνου και Παύλου Φυσάκη αντιστικτικά σχεδόν με τον υποτιθέμενο «ξένο» του «Crossings», αναπαριστάται η εσωτερική μας κατάσταση. Ξένος γίνεται ο ίδιος ο εαυτός μας, όσοι κατοικούμε μέσα από τα σύνορα, οι παρατηρητές της έξω πραγματικότητας. Σε μια εποχή βίαιης ρευστότητας και επισφάλειας, κρίσης, εντεινόμενων ανισοτήτων, αυταρχικών πολιτικών και δημοκρατικού ελλείμματος, ο Νότος (όπου συνωστίζονται οι ανεπιθύμητοι της Ευρώπης) συμβολίζει τις αχαρτογράφητες, στιγματισμένες περιοχές μιας κοινωνίας που καταρρέει από μέσα. Η αλληλουχία των εικόνων γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνει κενά και ρήγματα νοήματος, ανοίγοντας στο θεατή μια μεγάλη γκάμα ερμηνειών και συναισθηματικής αντίδρασης, μπροστά σε ερωτήματα αισθητικά, υπαρξιακά και φιλοσοφικά, με φόντο μια εχθρική κοινωνική πραγματικότητα. Alien Territory είναι η αχαρτογράφητη περιοχή του οικείου περιβάλλοντός μας, όπου ανατρέπεται η έννοια του «’Αλλου», σε μια προσπάθεια να αμφισβητηθούν τα όρια του μέσα και του έξω, της υποκειμενικότητας και της αντικειμενικότητας, μεταξύ του ανθρώπου που βιώνει και αυτού που παρατηρεί.
Προς αυτή την κατεύθυνση της αναζήτησης ενός σημείου συνάντησης μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού κόσμου, του προσωπικού και του κοινωνικού, του οικουμενικού και του επίκαιρου, είναι η δουλειά του Georges Salameh που αναφέρεται στην έννοια της περιπλάνησης, της αναζήτησης εστίας, της ονειροπόλησης μέσα στον πραγματικό και σκληρό κόσμο που μας περιβάλλει.
Στη δουλειά της Randa Mirza «Βeirutopia», αναδεικνύεται και σημασιοδοτείται ο χώρος, και μάλιστα ο αστικός χώρος, που βρίσκεται ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό, την ιστορία και την ουτοπία, μέσα από φωτογραφίες κτιρίων υπό κατασκευή στην πόλη της Βηρυτού. Στις εικόνες αυτές υπάρχουν τοποθετημένες ψηφιακές απεικονίσεις του μέλλοντος, της ιδανικής μορφής που θα πάρουν αυτές οι αναπτυσσόμενες κτιριακές δομές όταν τα οικοδομικά έργα θα έχουν ολοκληρωθεί. Όταν αυτά τα μελλοντικά ουτοπικά στοιχεία μιας άλλης Βηρυτού -μιας πόλης αλλά και μιας ιδέας υπό ανάπτυξη- συναντιούνται με το παρόν, αποκτούν μια άλλη διάσταση ιστορική, κοινωνικο-πολιτική, ενώ αγκιστρώνονται στο εδώ και τώρα. Γίνονται ένα οξύτατο σχόλιο, ένα ντοκουμέντο της ρήξης της πραγματικότητας με την καπιταλιστική ουτοπία της παρακμής, και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Mirza, μεταμορφώνονται σε «τόπους αντίστασης».
Ο Γιώργος Γαβριλάκης αφηγείται «ένα καθρέφτισμα στα πρόσωπα των άλλων» Πώς αναγνωρίζουμε τους ανθρώπους γύρω μας; Πως αποδίδεται σε κάποιον η ταυτότητά του; Και μέσα από ποιες διαδικασίες και συναισθήματα; Που συναντιέται η υποκειμενικότητα με την αντικειμενικότητα; Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της θεματικής του «Borders and Crossroads» κοιτάζουμε το έργο του Γαβριλάκη υπό ένα ακόμα πρίσμα: της κοινωνικής, φυλετικής και εθνικής ταυτότητας. Αναρωτιόμαστε για τον μηχανισμό μέσα από τον οποίο γεννιέται ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία, ο φόβος του Άλλου.
Η δουλειά του Αντώνη Θεοδωρίδη με τίτλο «Περί ενός Ταξιδιού», διερευνά τη σημασία του ταξιδιού ως αφηρημένη έννοια. Με φόντο ένα τοπίο ελληνικού νησιού, μια μάλλον νεανική φιγούρα έχει την πλάτη γυρισμένη στο φακό, και πάνω στο ρούχο δεσπόζει ένας φοίνικας. Όμως, το ελληνικό νησί, στα μάτια κάποιου που έχει βιώσει το προσφυγικό ως μετανάστης ή ως φωτογράφος, ως διασώστης, ή ως απλός θεατής, δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο. Ο εξωτικός προορισμός κάποιου, μπορεί να είναι η Εδέμ, ένας τόπος σωτηρίας, ή το κολαστήριό κάποιου άλλου.
Μέσα από ένα πιο συμβολικό, υπαρξιακό και υποκειμενικό πρίσμα, η έκθεση «Alien Territory» παρουσιάζει διαφορετικές προσεγγίσεις της μεταβολής, της μετακίνησης, του ταξιδιού και των διακυμάνσεων της αντίληψης καθώς ο άνθρωπος, ή το ανθρώπινο μάτι, αλλάζει τόπους και συνεπώς και γωνία λήψης του κόσμου. Ο Serkan Taycan χαράζει κυριολεκτικά το δικό του μονοπάτι σε ένα τοπίο των προαστίων της Κωνσταντινούπολης που πρόκειται να καταστραφεί για χάρη της «ανάπτυξης». Ο Γιώργος Καραηλίας αποτυπώνει την εμπειρία του ως εκούσιος μετανάστης από την Ελλάδα στην Ισπανία. Ο Μαρίνος Τσαγκαράκης απεικονίζει τεχνητούς παραδείσους ως καταναλωτικά προϊόντα μαζικής ψυχαγωγίας. Η Όλγα Γκορτσά ακολουθεί νέους άνδρες 18-21 χρονών στη μετάβασή τους προς την ενηλικίωση. Οι Βαγγέλης Τάτσης και Κοσμάς Σταθόπουλος φωτογραφίζουν την οικογένειά τους σε μια απόπειρα αυτο-προσδιορισμού τους. Η Eliza Tamo ταξιδεύει στον Πόντο σε μια προσπάθεια να ανοικοδομήσει το χαμένο οικογενειακό της αρχείο. Ο Πέτρος Ευσταθιάδης σε ένα χωριό της Μακεδονίας όπου διαμένει, χτίζει κι έπειτα φωτογραφίζει τις εγκαταστάσεις-γλυπτά που φτιάχνει εκεί – τις δικές του αναπαραστάσεις μνημείων της ελληνικής ταυτότητας. Οι Χαράλαμπος Κυδωνάκης, Κωνσταντίνος Δουμπενίδης, Μαρίτα Παππά και Μαρίλη Κωνσταντινοπούλου συνθέτουν ελλειπτικά στοιχεία της ανθρώπινης παρουσίας και αντίληψης με διάθεση αφαιρετική, σουρεαλιστική, συχνά ειρωνική. Ο Νικόλας Βεντουράκης αποκαλύπτει μια περιοχή βρετανικής κυριαρχίας στην Κύπρο με «διαπερατά σύνορα», ενώ ο Ορέστης Σεφέρογλου σχολιάζει την ικανότητα του βλέμματος να διακρίνει λεπτομέρειες και διαφορές σε μια νεόδμητη αστική περιοχή του Κατάρ, όπου έχει μεταναστεύσει ο πατέρας του. Τέλος, ο Georges Awde μας αποκαλύπτει τα πρόσωπα παιδιών ή νέων ανδρών που βρίσκονται στη Συρία, εκθέτοντας τα πορτραίτα τους, που οι ίδιοι έχουν βγάλει και κυκλοφορήσει μέσα από κοινωνικά δίκτυα.
Στην έκθεση, οι φωτογραφικές σειρές αποσπώνται από την αρχική τους πρόθεση και πλαίσιο και στήνουν ένα νέο αφήγημα που αγκιστρώνεται μόνο στην πρόσληψη του θεατή. Η έλλειψη κειμένων, το μη γραμμικό και αποσπασματικό στήσιμο της έκθεσης, τα διαφορετικά μεγέθη των φωτογραφιών και η ανατροπή της κανονικότητας στους συσχετισμούς μεταξύ των εικόνων, συντελούν προς αυτήν την κατεύθυνση – της ανάδειξης της υποκειμενικότητας και της ονειροπόλησης ακόμα, με φόντο όμως μια σκληρή κοινωνική πραγματικότητα που εκβιάζει θέσεις και απαντήσεις. Είναι σαν ο φακός να αντιστρέφεται και να εστιάζει στον ίδιο τον θεατή ή στον φωτογράφο, καθώς αυτός πασχίζει να δώσει απαντήσεις, ενώ διαρκώς και ερήμην του διατυπώνονται απανωτές ερωτήσεις.
Τέλος, η έκθεση «Critical Archives II: Testimonies» παρουσιάζεται στο τζαμί Καρά Μουσά Πασά. Τα βίντεο που παρουσιάζονται συνιστούν καταγραφές οριακών καταστάσεων στον αραβικό κόσμο, όπως ο πόλεμος στη Συρία, η Αραβική Άνοιξη, η δράση του Ισλαμικού Κράτους στη Μέση Ανατολή. Οι καλλιτέχνες είναι αυτόπτες μάρτυρες, αλλά κάθε φορά σε διαφορετικό πλαίσιο – ο Γιώργος Μουτάφης σε φωτογραφική αποστολή στη Βόρεια Αφρική, ο Issa Touma μέσα από το παράθυρό του στο Χαλέπι, ο Απόστολος Ζερδεβάς μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή του, στην Αθήνα. Δημιουργούν έτσι ένα αρχείο καταγραφής ιστορικών στιγμών – από διαφορετικές γωνίες θέασης και λήψης – όπου καλούνται να διαχειριστούν φωτογραφικά, την κοινωνική ρήξη που προκαλείται από την καταπίεση και τον πόλεμο, τη βία και το θάνατο.
Και οι τρεις δημιουργοί οικειοποιούνται και αποδομούν μια ήδη διαμεσολαβημένη συνθήκη – την αναπαράσταση του αραβικού κόσμου μέσα από το δυτικό βλέμμα – αποκαλύπτοντας τη ρητορική δύναμη της εικόνας, που ερμηνεύει την πραγματικότητα, ενώ τα όρια μεταξύ πολέμου, τρομοκρατίας και εξέγερσης τίθενται προς διερεύνηση.
Στο Medphoto, η φωτογραφία ντοκουμέντου βρίσκει τη θέση της ως τεκμήριο, πολιτισμικό τεχνούργημα και έργο τέχνης συνάμα. Τέτοια ανθρώπινα τεκμήρια έχουν ως στόχο την επίδραση στη συνείδηση του κοινού μέσα από μια πολύπλοκη ισορροπία μεταξύ λογικού επιχειρήματος, καλλιτεχνικής έκλαμψης και συναισθηματικής κάθαρσης. Το ντοκιμαντέρ προσφέρει την υπόσχεση μιας πραγματικότητας και την πρόκληση ενός συναισθήματος με τέτοιο τρόπο ώστε ο θεατής να μπορέσει να φανταστεί μια εναλλακτική συνθήκη, να υιοθετήσει την αναγκαιότητά της και να την υποστηρίξει. Μέσα από ένα πολύπλοκο δίκτυο νοηματοδότησης και ανα-νοηματοδότησης, δημιουργείται ένα σύνθετο πεδίο διεκδικήσεων, όπως αυτό που συνιστά την έννοια του πολιτικού. Το ντοκιμαντέρ είναι ένα βαθιά πολιτικό και πολιτισμικό δημιούργημα γιατί βρίσκεται πάντα στην καρδιά σημαντικών ιδεολογικών και κοινωνικών ανταγωνισμών.
Έτσι αναδεικνύεται η ολότητα της εικόνας, που εμπεριέχει την καλλιτεχνική αλλά και πολιτική αναζήτηση, και που βρίσκει τη θέση της στην κοινωνική πραγματικότητα, ενώ αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην προσωπική έκφραση και τον διάλογο με τον κόσμο που μας περιβάλλει. Σε αυτή την ενεργή διερευνητική διαδικασία, όπου το μέσο γίνεται κριτικό εργαλείο σκέψης και απελευθέρωσης του ανθρώπινου βλέμματος, η αισθητική αναζήτηση συμβιώνει με τη βαθιά κατανόηση και την πρόθεση για επικοινωνία ενός σημαντικού περιεχομένου, που τελικά δεν αφορά μόνο τον κόσμο της τέχνης.
Στο Μεσογειακό Φεστιβάλ Φωτογραφίας Ρεθύμνου βρίσκει κανείς ένα στοχαστικό αλλά και στοργικό βλέμμα που κοιτάζει τον κόσμο και τα προβλήματά του ψύχραιμα, αλλά όχι αδιάφορα. Η κοινωνική διορατικότητα στην οποία αποσκοπεί η επιμέλεια του φεστιβάλ μας φέρνει στην πολύ κρίσιμη συνειδητοποίηση ότι αυτό που βλέπουμε είναι υπόθεση όλων μας. Μπορεί οι φωτογραφίες να μην μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, έχουν όμως καταφέρει να αλλάξουν κάτι μέσα μας.
Πάσκουα Βοργιά