Beirutopia
(2011 – συνεχίζεται)

Από το τέλος του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο το 1990, η Βηρρυττός πασχίζει να ανακτήσει την λάμψη και την αίγλη της μέσα από προσπάθειες αναδόμησης, με σκοπό την ανακατασκευή του παλιού μύθου μιας πόλης συχνά επονομαζόμενης το «Παρίσι» ή η «Ελβετία» της Μέσης Ανατολής. Αυτή η φωτογραφική δουλειά είναι ένα πορτραίτο του αστικού μέλλοντος της Βηρηττού. Έχει σκοπό να προκαλέσει ερωτήματα σχετικά με το πώς διαμορφώνονται, ή το τι  τελικά γίνονται η Βηρυττός και οι συσχετιζόμενες με αυτήν αναπαραστάσεις, και αυτά που την χαρακτηρίζουν, καθώς και σχετικά με το πώς όλα αυτά φτάνουν στο αποκορύφωμα τους ούτως ώστε να αποτελέσουν την μελλοντική ουσία της πόλης.
Η Βηρυττός επί του παρόντος υφίσταται μια οικοδομική έκρηξη στηριζόμενη στην εισροή ξένων κεφαλαίων και στην ιστορική κερδοφορία του κτηματομεσιτικού τομέα. Προκειμένου να διαφημίσουν τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα, οι κατασκευαστές τοποθετούν επί τόπου μεγάλες ταμπέλες που αναπαριστούν την προτεινόμενη μελλοντική πραγματικότητα. Αυτές οι ταμπέλες δείχνουν με τα παραδείγματα ηλεκτρονικά σχεδιασμένων εικόνων των προσομοιώσεων των  «βιοπολιτικών» αποδόσεων του κτίριου, του εσωτερικού του, του περίγυρού του, των φανταστικών κατοίκων και του τρόπου ζωής τους.
Το φωτογραφικό αυτό project έχει σκοπό να αιχμαλωτίσει εικόνες από αυτές τις ταμπέλες που αναπαριστούν εικονικά κτίρια μέσα στο πλαίσιο του πραγματικού τους περιβάλλοντος. Αυτή η διχοτόμιση και αντιπαράθεση δίνει στις φωτογραφίες μια αίσθηση «περίεργου» που αντανακλά την τρέχουσα μεταμόρφωση της πόλης. Η τελευταία παρουσιάζεται με τη χρήση κλίμακας, διαφορετικών επιπέδων και πλασίωσης των εικόνων [που λειτουργούν] σαν εργαλεία που υπογραμμίζουν τις αναγνώσεις της πόλης.
“Βηρυτο-ουτοπία” είναι στην ουσία ο τίτλος μιας αντί-ουτοπικής κατάστασης, που δεν κάνει διάκριση μεταξύ των απατηλών εικόνων και των μιμήσεων (pastiche) αφήγησης που ενσωματώνουν. Αυτή η αναμέτρηση επιτρέπει στους χώρους να επανακαθοριστούν και ενθαρρύνει την δυναμική τους, καθώς αναδύονται νέες μορφές αναγνώρισης, και  γίνεται οικειοποίησή τους εκ νέου μέσα στην ευρύτερη κοινωνική και αρχιτεκτονική υφή της πόλης. Οι φωτογραφίες καθίστανται χώροι αντίστασης.

Randa Mirza και Stephanie Dadour